Στα 33 του είχε ένα ισχυρό hedge fund και 700 εκατ. δολ. στον λογαριασμό του. Στα 40 έχει απομείνει με ένα καλό όνομα και μια ιστορία τρόμου να διηγείται
Ένα διαμέρισμα 17 εκατ. δολ. στο Central Park, μια εξοχική κατοικία στο Quogue της Νέας Υόρκης και ένα τζετ τύπου Gulfstream είναι μόνο μερικά από τα πράγματα που έχασε ο Dan Zwirn. Ο 44χρονος επενδυτής νοσταλγεί την περιουσία του και τις πάλαι πότε ανέσεις του. Αυτό που του λείπει, όμως, περισσότερο είναι η «όμορφη μηχανή» του - όπως χαρακτηριστικά αποκαλούσε το, ανενεργό πλέον, hedge fund του, που κάποτε διαχειριζόταν πάγια ύψους 12 δισ. δολ. και χάρισε στον Zwirn προσωπική περιουσία 700 εκατ. δολαρίων.
Η D. B. Zwirn απέφευγε τις μοχλευμένες κινήσεις που συνήθιζαν τα άλλα hedge funds. Επέλεγε να διοχετεύει κεφάλαια σε επιχειρήσεις με περιορισμένες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Η μοναδική στρατηγική της ήταν να μαθαίνει τα πάντα για τους υποψήφιους δανειολήπτες, να υπολογίζει τις πιθανότητες εξόφλησης και να ορίζει το κατάλληλο επιτόκιο, αποκομίζοντας απόδοση 1% μηνιαίως. Αν τα hedge funds ήταν αυτοκίνητα, τότε ο Zwirn είχε μια Ferrari.
Μυημένος στον κόσμο των σύνθετων μαθηματικών και του υψηλού κινδύνου, ο Zwirn είχε ένα αφοπλιστικά έντονο ταπεραμέντο. Είχε τη σπάνια ικανότητα να διακρίνει τις προσοδοφόρες επενδύσεις πολύ νωρίτερα από άλλους επενδυτές. Αυτό που σίγουρα δεν τον ενδιέφερε ήταν λεπτομέρειες όπως οι back-office εργασίες της εταιρείας του. Ο Zwirn ήθελε απλώς να κρατά το τιμόνι της Ferrari. Είχε προσλάβει άλλους για τα μηχανολογικά. Ένας από αυτούς ήταν ο Perry Gruss.
Δάνειο για jet
Τον Απρίλιο του 2005, ο Zwirn αποφάσισε να αγοράσει ένα τζετ τύπου Gulfstream IV. Ήταν 33 ετών και επικεφαλής ενός ταχέως αναπτυσσόμενου κολοσσού. Εκείνος έδωσε απλώς την εντολή και ο κλήρος έπεσε στον Harold Kahn, τον διευθυντή λειτουργιών του fund, να μεριμνήσει για τη χρηματοδότηση.
Η Merrill Lynch συμφώνησε να καλύψει το 90% του αντιτίμου αγοράς των 18 εκατ. δολ. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους υπολείπονταν μόλις 3,8 εκατ. δολ., προκειμένου η Merrill να προχωρήσει στη συναλλαγή. Για ένα fund του μεγέθους της D. B. Zwirn, το ποσό ήταν αμελητέο.
Για να κλείσει τη συμφωνία, ο Kahn απέστειλε e-mail στον Perry Gruss, τον οικονομικό διευθυντή της εταιρείας. Εκείνος έδωσε εξουσιοδότηση για τη λήψη σχεδόν 1,8 εκατ. δολ. από το hedge fund στις ΗΠΑ και περίπου 2 εκατ. δολ. από τον λογαριασμό των 500 εκατ. δολ. που διαχειριζόταν ο Zwirn για λογαριασμό της Highbridge Capital Management. Ο Zwirn πήρε το jet του, χωρίς να γνωρίζει ή να ρωτήσει για τον τρόπο χρηματοδότησης.
Μπορεί η συναλλαγή να ήταν απλή, όμως μέσα σε μία πενταετία το μέγεθος της D. B. Zwirn είχε δεκαπλασιαστεί, ενώ η διοικητική ομάδα παρέμενε η ίδια. «Ο Dan είχε μια βασική ομάδα, ικανή να χειριστεί την επιχείρηση των 500 εκατ. δολ., αλλά όχι απαραίτητα την επιχείρηση των 5 δισ. δολ.», σχολιάζει ο Lawrence Cutler, ο οποίος εντάχθηκε στο δυναμικό της D. B. Zwirn το 2005 ως επόπτης, υπεύθυνος για την αξιολόγηση ύποπτων συναλλαγών. «Ο Zwirn αναβάθμισε το προσωπικό και έφερε νέα, έμπειρα στελέχη».
Τον Σεπτέμβριο του 2006, η Schulte παρέδωσε στον Zwirn τα αποτελέσματα της τετράμηνης έρευνάς της μαζί με μια μικρή... «καρδιακή προσβολή». Ο CEO έμαθε ότι ο Gruss είχε εγκρίνει την αντικανονική χρήση των κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση της αγοράς του τζετ.
Μεταξύ άλλων, είχε λάβει πρόωρα προμήθειες διαχείρισης κεφαλαίων από τους επενδυτές και είχε δανειστεί χρήματα -χωρίς να πληρώσει τόκο- από το υπεράκτιο fund του Zwirn, ώστε να μπορεί να κάνει περισσότερες συναλλαγές στο εγχώριο fund. O Gruss είχε πετάξει άμμο στα γρανάζια της όμορφης μηχανής και ο Zwirn δεν είχε την παραμικρή ιδέα.
Στα δικαστήρια
Οι λογιστικές ατασθαλίες ήρθαν στο φως της δημοσιότητας στο δεύτερο εξάμηνο του 2009, όταν ο Gruss και ο Zwirn άρχισαν να ανταλλάσσουν αγωγές στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης, ζητώντας αποζημίωση.
Χωρίς τις πρόωρες προμήθειες, το fund θα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας και ίσως να μην ήταν καν σε θέση να καλύψει τα λειτουργικά του έξοδα, μια διαπίστωση που, αν ισχύει, αποκαλύπτει τον βαθμό στον οποίο η D. B. Zwirn στερούνταν λογιστικού ελέγχου και ελέγχου διαχείρισης ρευστότητας.
Ο Zwirn πίστευε πως η εταιρεία έχει ρευστότητα, χάρη στη σταθερή κερδοφορία της και στις ολοένα αυξανόμενες αμοιβές διαχείρισης. Κατέληξε να βάλει 8,5 εκατ. δολ. από την τσέπη του για να αποζημιώσει το υπεράκτιο fund, ενώ 35 εκατ. δολ. δόθηκαν σε ελεγκτικές εταιρείες για έρευνες.
Στην αγωγή του ο Gruss ζητά περισσότερα από 10 εκατ. δολάρια για δυσφήμηση και παραβίαση της σύμβασης από την D. B. Zwirn και τον ίδιο τον Zwirn. Όπως υποστηρίζει, ο Zwirn δεν ήταν η απομονωμένη ιδιοφυία πίσω από την όμορφη μηχανή. Ο ίδιος, ωστόσο, αντιμετωπίζει αγωγή από τη SEC για οικονομικές παρατυπίες. Η εκδίκαση των αγωγών εκκρεμεί. Βλέποντας συνολικά 2 δισ. δολάρια να αποχωρούν από το fund, o Zwirn αποφάσισε τον Φεβρουάριο του 2008 να διακόψει τη λειτουργία του. Δεκαπέντε μήνες αργότερα, τα υπόλοιπα μη ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, αξίας 2,5 δισ. δολ. μεταφέρθηκαν σε μια θυγατρική της Fortress Investment Group, που τα διαχειρίζεται μέχρι σήμερα. «Χάθηκε εν μία νυκτί το έργο μιας ζωής», μονολογεί ο Zwirn.
http://www.capital.gr/weekend_articles.asp?id=1442560&ppg=0
Αυτό κι αν είναι κόλαφος. Για μαυρίλα μιλάμε. Αβάσταχτες ελαφρότητες - πολλών...
ΑπάντησηΔιαγραφή