Οι νέοι ξενιτεύονται. Έχει νόημα;
Οι σελίδες του browser ανοίγουν η μια μετά την άλλη, πιάνω το βιβλίο, πονάνε τα μάτια μου, τραβάω την κουρτίνα, χιονίζει. Το μπάνιο μου έχει γεμίσει νερά. Κάποια διαρροή μάλλον, δεν κατάλαβα καλά. Ένα ακόμα ζήτημα που πρέπει να διαχειριστώ μαζί με το νοίκι του σπιτιού, τον καινούργιο λογαριασμό τραπέζης, τις άδειες που δικαιούμαι.
Τέλη Μάρτη στις Βρυξέλλες.
Η θερμοκρασία -2, το γλυκό διαδέχεται το αλμυρό και τούμπαλιν, ενώ οι ατελείωτες skype συζητήσεις με κουράζουν. Ήχοι, εικόνες, ανεβάζω την ένταση, περνάνε τα λεπτά, οι ώρες. Τους άκουσα, τους είδα, τίποτα που να τους φέρει κοντά μου. Τίποτα που να μπορώ να κρατήσω λίγο παραπάνω απ’ όσο το καλό σήμα θα μου επιτρέψει.
Μετράω την απόσταση του δωματίου μου απ’ αυτό της συγκατοίκου μου και ενώ αυτή δεν είναι μεγάλη, οι διαφορετικές μας νοοτροπίες μας κρατάνε και απόψε στα δωμάτια και όχι στο καθιστικό με μπίρες. Ανεβοκατεβαίνω σαν την άδικη κατάρα το διώροφο, παραπατώντας συνεχώς στα σκαλιά της μοναξιάς μου. Πέντε μήνες πάνε στις Βρυξέλλες και τι και αν το ξένο και το διαφορετικό έχω μάθει να τα οικειοποιούμαι, το βορειοευρωπαίο στιλάκι που περπατά σέρνοντας τσάντα γεμάτη αδιαφορία και ευγένειες του τύπου δεν με πείθει να συμπορευτώ μαζί του.
Ποτέ δεν είναι η πόλη, το κτίριο της δουλειάς, το δωμάτιο στη μονοκατοικία που κατέληξε να με στεγάζει. Πάντα οι άνθρωποι είναι. Έλληνες, Ισπανοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Ολλανδοί, μαζεύονται εδώ να διδάξουν και να διδαχτούν επαγγελματισμό. Ο νότος αιμορραγεί, έτσι λένε και γι’ αυτό οι μεσογειακές παρουσίες πληθαίνουν στους διαδρόμους των γραφείων. Οι περισσότεροι έρχονται για να μείνουν μέχρι να συνειδητοποιήσουν ότι είναι πολλοί και όλοι για το ίδιο προσπαθούν, στο ίδιο στοχεύουν και το ίδιο ελπίζουν, «συμβόλαιο εργασίας άνω των 6 μηνών με μισθό άνω των 600 ευρώ».
Ακούω τις συζητήσεις τους στα καφέ για το πόσο καταθλιπτικός είναι ο καιρός, πόσο ακρίβυναν τα εισιτήρια για την Ελλάδα, πόσο θέλουν να γυρίσουν σπίτι. Τους ακούω να μιλάνε και αρνούμαι να θυμηθώ τις διακοπές μου με φίλους στο νησί, τα πάρτι στο λόφο του Στρέφη και τους καβγάδες στην Αλεξάνδρας.
Πέμπτη και η ώρα 11 το βράδυ. Βγαίνω έξω για να τρέξω, ξεφεύγοντας από το χρόνο που με κρατά εδώ και από τα κλισέ ενός μελό που τόσο πολύ με μαγνητίζουν απόψε.
http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/%CE%B8%CE%B5%CE%BC%CE%B1/brussels-calling
Οι σελίδες του browser ανοίγουν η μια μετά την άλλη, πιάνω το βιβλίο, πονάνε τα μάτια μου, τραβάω την κουρτίνα, χιονίζει. Το μπάνιο μου έχει γεμίσει νερά. Κάποια διαρροή μάλλον, δεν κατάλαβα καλά. Ένα ακόμα ζήτημα που πρέπει να διαχειριστώ μαζί με το νοίκι του σπιτιού, τον καινούργιο λογαριασμό τραπέζης, τις άδειες που δικαιούμαι.
Τέλη Μάρτη στις Βρυξέλλες.
Η θερμοκρασία -2, το γλυκό διαδέχεται το αλμυρό και τούμπαλιν, ενώ οι ατελείωτες skype συζητήσεις με κουράζουν. Ήχοι, εικόνες, ανεβάζω την ένταση, περνάνε τα λεπτά, οι ώρες. Τους άκουσα, τους είδα, τίποτα που να τους φέρει κοντά μου. Τίποτα που να μπορώ να κρατήσω λίγο παραπάνω απ’ όσο το καλό σήμα θα μου επιτρέψει.
Μετράω την απόσταση του δωματίου μου απ’ αυτό της συγκατοίκου μου και ενώ αυτή δεν είναι μεγάλη, οι διαφορετικές μας νοοτροπίες μας κρατάνε και απόψε στα δωμάτια και όχι στο καθιστικό με μπίρες. Ανεβοκατεβαίνω σαν την άδικη κατάρα το διώροφο, παραπατώντας συνεχώς στα σκαλιά της μοναξιάς μου. Πέντε μήνες πάνε στις Βρυξέλλες και τι και αν το ξένο και το διαφορετικό έχω μάθει να τα οικειοποιούμαι, το βορειοευρωπαίο στιλάκι που περπατά σέρνοντας τσάντα γεμάτη αδιαφορία και ευγένειες του τύπου δεν με πείθει να συμπορευτώ μαζί του.
Ποτέ δεν είναι η πόλη, το κτίριο της δουλειάς, το δωμάτιο στη μονοκατοικία που κατέληξε να με στεγάζει. Πάντα οι άνθρωποι είναι. Έλληνες, Ισπανοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Ολλανδοί, μαζεύονται εδώ να διδάξουν και να διδαχτούν επαγγελματισμό. Ο νότος αιμορραγεί, έτσι λένε και γι’ αυτό οι μεσογειακές παρουσίες πληθαίνουν στους διαδρόμους των γραφείων. Οι περισσότεροι έρχονται για να μείνουν μέχρι να συνειδητοποιήσουν ότι είναι πολλοί και όλοι για το ίδιο προσπαθούν, στο ίδιο στοχεύουν και το ίδιο ελπίζουν, «συμβόλαιο εργασίας άνω των 6 μηνών με μισθό άνω των 600 ευρώ».
Ακούω τις συζητήσεις τους στα καφέ για το πόσο καταθλιπτικός είναι ο καιρός, πόσο ακρίβυναν τα εισιτήρια για την Ελλάδα, πόσο θέλουν να γυρίσουν σπίτι. Τους ακούω να μιλάνε και αρνούμαι να θυμηθώ τις διακοπές μου με φίλους στο νησί, τα πάρτι στο λόφο του Στρέφη και τους καβγάδες στην Αλεξάνδρας.
Πέμπτη και η ώρα 11 το βράδυ. Βγαίνω έξω για να τρέξω, ξεφεύγοντας από το χρόνο που με κρατά εδώ και από τα κλισέ ενός μελό που τόσο πολύ με μαγνητίζουν απόψε.
http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/%CE%B8%CE%B5%CE%BC%CE%B1/brussels-calling
Τα σχόλια στο athensvoice... κατηγορία; "ότι να 'ναι".
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμως ρε συ, μπράβο! Μου θύμισε παλιές καλές καταθλιπτικές μέρες!
Εγώ που πέφτω και γενικά και ανά πάσα στιγμή, μ' άρεσε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠήγα εκεί, στα "ό,τι νά 'ναι" και έπαθα λύπη για την μετανάστρια σε κατάθλιψη. Το τι της λένε στα σχόλια... κρίμα, κρίμα.
Που να διάβαζαν τα δικά μου, τα παλιά, στο μπλογκ σας. Τρέμω! Διαπίστωση: Τελικά μ' αγαπάτε.