Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Coming soon - Το πιο απίθανο σενάριο.


Δεν θα πω τι κι εντελώς φυσικά, ήταν αυτό που με είχε οδηγήσει, κάποιο βράδυ, σ’ ένα μουσικό χαμαιτυπείο… ας πω στο Ίλιον, γιατί στην πραγματικότητα δεν θυμάμαι.
  
Όμως, θυμάμαι σαν τώρα, πως ανάμεσα σε 30 τ.μ. έξι μουσικούς, δώδεκα πελάτες κι έντονη μυρωδιά πούρου,  γνώρισα τον Μπίλι που χαρακτηρίζονταν από… αρχές φαλάκρας, αταραξία Σινικού Τείχους και δύο κόκκινες τιράντες – που υποστήριζε πως ήταν άφθαρτες όσο και η ανωτερότητα του! Μετά από μια δίωρη διαφωνία για το αν ακούγαμε μια jazz μπάντα που έπαιζε ρεμπέτικά ή μια ρεμπέτικη μπάντα που έπαιζε jazz, συμπαθήσαμε ο ένας τον άλλον.

Έτσι, εγώ του μίλησα για νοσταλγικές ιστορίες με ιδιωτικά αεροπλάνα και χειμερινές διακοπές σε Zermatt & Megeve, κι εκείνος μου μίλησε για την απόρριψή του από το συμβούλιο ιδιοκτητών της πολυκατοικίας γιατί πλέον το καθαρό του εισόδημα δεν ήταν αρκετό. Καταστάσεις – που παρ’ όλη την σχεδόν απόκοσμη ομορφιά τους -  επιβεβαίωναν βαθιά μέσα μου πως η νυχτερινή ζωή για μένα είχε καταντήσει πλέον αβίωτη.

Για να τελειώνω με τις αναμνήσεις, εγώ του έδωσα ένα τσιγάρο σκοτωμένο, δηλαδή φλέσουρο (σλανγκιστί) κι εκείνος τούτο δω το βιβλιαράκι, του οποίου ακολουθεί παρουσίαση μέσω αποσπασμάτων…   



Ο Κούκλος! Όχι δεν μ’ αρέσει! Το σβήνω. Ο Κούκλος! Ο Παίδαρος! Μπα ούτε αυτό! Ο Παίδαρος! Ο Μάγκας! Δεν μ’ αρέσει. Ο Μάγκας. Ο Δίκαιος! Αρχαία Ελλάδα θυμίζει αυτό! Ο Δίκαιος! Το βρήκα! Ο «Ήρωας»! Έτσι θα λέμε τον ήρωά μας. Σκέτο. Χωρίς όνομα. Που να ψάχνουμε τώρα για ονόματα; Να τον βαφτίσουμε μ’ ένα που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί και να μας κατηγορήσουν για ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα ή ακόμα χειρότερα με μη υπαρκτά πρόσωπα και ποιος θα ‘θελε μα μοιάζει σε πρόσωπα που δεν υπάρχουν, αφού αυτόματα για να τους μοιάζει, δεν θα υπήρχε ούτε εκείνος και τι να τον κάνεις έναν ήρωα… ανύπαρκτο; 




Απόσπασμα από την πρώτη σκηνή…


Ο Ήρωάς μας λοιπόν ξύπνησε γυμνός. Έτσι ξυπνάς συνήθως αν έχεις κοιμηθεί γυμνός. Ποιος να σε ντύσει την ώρα που κοιμάσαι; Ειδικά αν δεν υπήρχε κανείς εκεί την ώρα που έπεφτες να κοιμηθείς. Αν και στην περίπτωσή μας, υπήρχε. Ξύπνησε; Για την ακρίβεια άνοιξε τα μάτια του. άλλο ν’ ανοίγεις τα μάτια σου απλώς και άλλο να ξυπνάς.

Γι’ αυτό κυκλοφορούν τόσα εκατομμύρια ηλίθιοι γύρω μας.
Άνοιξε τα μάτια του λοιπόν. Σ’ ένα δωμάτιο φτηνού ξενοδοχείου. Ναι, ξύπνησε αλλά, μ’ έναν» θηλυκό ξανθό άγγελο» δίπλα του. («Ξανθοί θηλυκοί άγγελοι» αποκαλούνται οι ωραίες γκόμενες από τους ταλαντούχους συγγραφείς και σεναριογράφους). Αλλά μην τον ζηλεύετε για ο «άγγελος»… ήταν νεκρός. Καλύτερα βέβαια γιατί όποιος δει άγγελο ζωντανό, σημαίνει πως, εκείνος είναι νεκρός! Παλιά ιστορία όσο και ο θάνατος! Στο σινεμά τουλάχιστον. Στον αμερικάνικο τουλάχιστον.

Αυτή η δίμετρη ξανθιά καλλονή είχε δολοφονηθεί. Είχε πυροβοληθεί. Την ώρα που εκείνος κοιμόταν. Σα βόδι προφανώς. Πόσα πράγματα δε συμβαίνουν την ώρα που κοιμόμαστε. Μόνο που δεν τα φορτωνόμαστε όλα την ώρα που ξυπνάμε. Αυτό ήταν ένα από αυτά που θα το φορτωνόταν, ήθελε δεν ήθελε.

Σ’ αυτή την Αλλόκοτη πόλη. Σ’ αυτή την πόλη που δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχουν οι πιο καλοί και οι πιο κακοί που μπορούν να υπάρξουν σε μια πόλη.

Ποιος σκότωσε τον ξανθό άγγελο και γιατί; κι αυτό το σημείωμα πάνω στο στήθος της; Τώρα το είδε! Όχι το στήθος της. Αυτό το κοίταζε ασταμάτητα από την ώρα που την αντίκρισε στο μπαρ. Μα τι έγραφε αυτό το σημείωμα που είχε τόσο έντεχνα καλυφθεί με μέϊκ-απ στο χρώμα του δέρματος και είχε αφεθεί εκεί σαν μια κάρτα του δολοφόνου;

Το σημείωμα έγραφε:

«ΡΩΤΙ ΞΕΝΕΣΕ ΚΑΡΥ ΤΟΠΕΣΙ ΡΙΚΑ ΛΟΝΟ

ΠΩΡΟΝΑ ΤΟΤΟ ΜΩΞΗ ΧΕΙΝΟΙ ΚΑΙΤΗΝΑ»

Σημείωση του συγγραφέα:
Το σημείωμα αυτό περιέχεται και ως σελιδοδείκτης στο βιβλίο που κρατάτε. Ο λόγος που έγινε αυτό – εκτός του ότι αποτελεί παγκόσμια συγγραφική και εκδοτική πρωτοτυπία και διαφημιστικό τρικ – είναι γιατί στις επόμενες σελίδες ο Ήρωάς μας, αυτό το σημείωμα που δεν ξέρει τι γράφει, θα το δείχνει σε πρόσωπα που θα συναντάει. Αν απελπιστεί πολύ δεν το αποκλείω, να αρχίσει να το δείχνει και σε ζώα ή αντικείμενα!

Έτσι μεταφέροντάς το από σελίδα σε σελίδα θα το έχετε πρόχειρο όποτε σας ζητηθεί να το θυμηθείτε ή να το δείξετε σε κάποιον! Έτσι θα έχετε την αίσθηση ότι συνοδεύετε τον Ήρωα, κρατώντας στα χέρια σας το περίφημο σημείωμα.



Η ιστορία συνεχίζεται κάπως έτσι…
 
Τώρα ο Ήρωάς μας οδηγούσε και σκεφτόταν πως αυτή η νύχτα έμοιαζε πολύ… με κάποια άλλη!

Συμβαίνει αυτό καμιά φορά με τις νύχτες! Και με τις πόλεις! Και με τις γκόμενες! Και με τις κλήσεις για υπερβολική ταχύτητα! Και με τις γεύσεις στα fast food! Και με τις πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές! Να μοιάζουν όλες μεταξύ τους! Τόσο όσο μοιάζουν και οι μεσημεριανές εκπομπές μεταξύ τους πριν δώσουν την θέση τους στα βραδινά σήριαλ που μοιάζουν… ακόμα πιο καταπληκτικά μεταξύ τους! Σαν δυο σταγόνες νερό σαν δυο παπούτσια δεξί κι αριστερό, σαν δυο πίνακες από τον ίδιο ζωγράφο!

Θυμήθηκε με ποια νύχτα έμοιαζε η σημερινή. Ή μάλλον με ποιες νύχτες. Με εκείνες τις νύχτες που δούλεψε για έναν χειμώνα επιστάτης σε κάποιο απομονωμένο ξενοδοχείο που λειτουργούσε μόνο καλοκαίρι! (Αυτό δεν είναι τρελό από μόνο του;)

Τότε που την είχε δει για λίγο συγγραφέας και προσπαθούσε να γράψει ένα βιβλίο και η πρώτη γυναίκα του και ό πρώτος γιός του, δεν τον άφηναν να συγκεντρωθεί! Και όσο οι πρώτες σελίδες δεν γέμιζαν τόσο άδειαζε η υπομονή του και η λογική του τρελαινόταν και αντί για στυλό και χαρτί, άρπαξε… το πρώτο μαχαίρι και το πρώτο τσεκούρι που βρήκε μπροστά του και τους κυνηγούσε από δωμάτιο σε δωμάτιο κι από όροφο σε όροφο, με κείνη την αιμοβόρα, διεστραμμένη, απερίγραπτη λάμψη στα μάτια του! Και κείνος ο κήπος έξω απ’ το ξενοδοχείο που είχε διαμορφωθεί σαν… λαβύρινθος; Καταχείμωνο, με το χιόνι ως τα γόνατα, να κυνηγιέσαι…..



… και κάπως έτσι…

«Καλωσόρισες στην Καραϊβική!» είπε στον Ήρωά μας ο Σπα(πά)ροου, «πες μου σε τι μπορώ να σου φανώ χρήσιμος ή άχρηστος! Καμιά φορά είσαι πιο χρήσιμος όταν είσαι άχρηστος, ενώ άλλες όσο χρήσιμος και να είσαι, μπορείς να αποδειχτείς άχρηστος, εντελώς άχρηστος».
Το είχε αυτό το κουσούρι-προσόν-χούι ο Σπα(πά)ροου. Φιλοσοφούσε τα πάντα. Κυρίως όταν ήταν μεθυσμένος. Γι’ αυτό πάντα φιλοσοφούσε.

«Τι έχεις ν’ ακούσω; Θέλω κάτι να μου φτιάξει τη μέρα» είπε ο Ήρωάς μας.
«Τη μέρα; Τέτοια ώρα; Να σου φτιάξω τη νύχτα μάλιστα» έβαλε τη μέρα και τη νύχτα στη θέση τους ο Τζακ.

«Ξέρεις είμαι λίγο πεσμένος! Ξύπνησα με ένα πτώμα δίπλα μου».
«Αχά! Η Κατάρα των Παντρεμένων τη λέω εγώ», έκανε αμέσως την γνωμάτευση του ο Τζακ.

«Όχι, αυτόν τον καιρό, όχι! Ήταν ένα πραγματικό πτώμα».

«Άτιμε Μπαρ-πόσα!» ούρλιαξε τότε ο Σπα(πά)ροου.

«Που κολλάει αυτό;»
«Τίποτα κάτι δικό μου, θυμήθηκα κάτι ανοιχτούς λογαριασμούς, που έχω να ταχτοποιήσω, (μπαρ-πόσα τι άλλο να σημαίνει, σε κάποιο μπαρ τα ήπιε πάλι και δεν πλήρωσε) συνέχισε, συνέχισε εσύ, συνέχισε!»




Και τελειώνει… έτσι…

Ο θίασος όμως του «ΜΠΑΜΙΑ-ΜΙΑ» ήταν στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή. Αρκετός θάνατος είχε φωλιάσει σ’ αυτό το μέρος. Ήταν η στιγμή να ξεχειλίσει από παντού η ανεμελιά, η χαρά, η βλακεία, ο χαβαλές, το κέφι. Και δώστου τραγούδια και δώστου χορό και να τα στρας και τα λαμέ και οι ντισκόμπαλες! Η άλλη όψη του νομίσματος.
Στην Αλλόκοτη Πόλη.





















2 σχόλια :

  1. Αυτό φίλε δεν υπάρχει πουθενά στο διαδίκτυο και είναι διαμαντάκι σου λέω!
    Ο τύπος μάλλον κάνει stand up comedy.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...