O Παύλος Γιαννακόπουλος πρώτος άνοιξε τη στρόφιγγα με το κρύο νερό και έκανε τη ραχοκοκαλιά των βάζελων να παγώσει. «Κουραστήκαμε, μεγαλώσαμε κ.λπ., άμα βρούμε έναν άνθρωπο που να πληροί τις προϋποθέσει θα... κ.λπ. κ.λπ.».Όσοι γαύροι βιάστηκαν να πανηγυρίσουν αισθάνθηκαν ξαφνικά και τη δική τους σπονδυλική στήλη να παγώνει, καθώς οι αδελφοί Αγγελόπουλοι με μακροσκελή ανακοίνωση τους αποφάσισαν να υποταχτούν οριστικά στο «σύστημα που υπονομεύει πεισματικά τις προσπάθείες μας». Δύο μήνες περίπου μετά τη δηλωμένη πρόθεση τους για αποχώρηση, αμφότερες οι οικογένειες συνεχίζουν να παραμένουν στην ηγεσία των δύο δημοφιλέστερων ομάδων. Η μεν πρώτη γιατί προφανώς δε βρέθηκε ο άνθρωπος που να «πληροί τις προϋποθέσεις», η δε δεύτερη παραδομένη και πάλι προφανώς στις εκδηλώσει λατρείας των ερυθρόλευκων οπαδών... Κοινή συνισταμένη των ενεργειών που χαρακτήρισαν την επόμενη ημέρα, το ξεκαθάρισμα του ράστερ από τα ακριβά συμβόλαια, σε βαθμό που τα επόμενα play-offs πιθανότατα να κριθούν σε ένα διπλό «Διαμαντίδης vs Σπανούλης».
Σε περιόδους κρίσης ο καθένας κόβει εκείνα που θεωρεί περιττά. Άλλος το πρώτο τραπέζι και τα πανεράκια από τα μπουζούκια, έτερος το κάπνισμα, τουλάχιστον με τη μορφή των έτοιμων τσιγάρων, κάποιος το φιλοδώρημα στις τουαλέτες σε ένα κλαμπ. Βέβαια, κάποιοι αναγκάστηκαν να κόψουν και πολλά που δε θεωρούσαν περιττά, αλλά αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος πονήματος. Περιττό, λοιπόν, για την οικογένεια Αγγελόπουλου δεν είναι τα καύσιμα που καταναλώνει το 45μετρο «Smile» από την Αττική μέχρι το παλιό λιμάνι της Μυκόνου - βαθύπλουτοι είναι οι άνθρωποι (και ουδόλως προκλητικοί) και όχι χαμηλοσυνταξιούχοι που περιμένουν το ΙΚΑ για να τους καλύψει τα ιαματικά μπάνια στα Μέθανα. Παρομοίως, για τη μία από τιε δύο οικογένειες Γιαννακόπουλου δε θεωρούνται περιτά τα ποσά που επενδύει διαδικτυακά ως προς το ζην ο κανακάρης της - εδώ μεροκαματιάρηδες χρεώνονται για να ανοίξει ο βλαστός τους ιατρείο ή κομμωτήριο και να έχει μια πηγή αξιοπρεπούς εισοδήματος.
Περιττός, δυστυχώς, όμως είναι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός. Και πολυέξοδοι. Περιττή σπατάλη είναι τα 900.000 ευρώ που στοίχιζε ο Ματ Νίλσεν και το 1,3 εκατ. του Ντρου Νικόλας. Το μπάσκετ σε υψηλό επίπεδο κοστίζει πανάκριβα, όπως και το ποδόσφαιρο, και έσοδα δεν υπάρχουν. Οι φίλαθλοι έχουν απαιτήσεις, προτιμούν όμως στην πλειοψηφία τους να στήνονται στην TV για να παρακολουθούν την ομάδα τους.
Οι εποχές του «Γεια σας, είμαι ο Ανδρέας, σας έφερα πεσκέσι έναν Κλέιτον. Μην τον βλέπετε έτσι, 2 εκατ. τιμή βιτρίνας τον είχανε» έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η κρίση εξαφάνισε τους μαικήνες όπως και τα διακοποδάνεια. Ο Ανδρέας Βγενόπουλος στο δίλημμα «Πλεσί ή Κοχίμπα;» προτίμησε τα δεύτερα, ενώ ο Νικόλας Πατέρας αποφάσισε να επενδύσει στις διακοπές του με επώνυμη καλλονή παρά στην απόκτηση του Ταμίρ Κοέν. Ο Σωκράτης Κόκκαλης την έκανε μόλις είδε τα πρώτα οικονομικά σύννεφα να συσσωρεύονται πάνω από τον ελληνικό ουρανό, το ίδιο και οι Παππάς, Νοτιάς μόλις διαπίστωσαν πως η αγαπημένη τους ομάδα συμπεριφερόταν σαν Ρουμάνα στριπτιζέζ, αλλά και η οικογένεια Βαρδινογιάννη -ο μακροβιότερος αιμοδότης ελληνικής ομάδας-, αποκαρδιωμένη από την αχάριστη αντιμετώπιση οπαδών του ΠΑΟ. Ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, ο Δημήτρης Κοντομηνάς και ο Γιάννης Φιλίππου αποτελούν πλέον αρχαία ελληνική ιστορία...
Ο τελευταίος μαικήνας που απόμεινε είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης. Τρελά ερωτευμένος με την ομάδα (και περισσότερο με τον εαυτό του), επένδυσε γύρω στα 100 εκατ. ευρώ στον Ολυμπιακό σε δύσκολη περίοδο, αν και χωρίς την αρχική ρομαντική διάθεση των προηγουμένων. Επεδίωξε να ξεκινήσει την απόσβεση από την πρώτη κιόλας στιγμή -το αποτέλεσμα του ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού ορίζει το μέτρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στο «ρίχνω φράγκα» και στο «βαριά φανέλα, αλλά άφραγκος»...
Οι μαικήνες έκαναν τη διαφορά στον αθλητισμό μας. Όμως, στο τέλος πάντοτε οι λαοί έχουν τις ομάδες που τους αξίζουν.
Σε περιόδους κρίσης ο καθένας κόβει εκείνα που θεωρεί περιττά. Άλλος το πρώτο τραπέζι και τα πανεράκια από τα μπουζούκια, έτερος το κάπνισμα, τουλάχιστον με τη μορφή των έτοιμων τσιγάρων, κάποιος το φιλοδώρημα στις τουαλέτες σε ένα κλαμπ. Βέβαια, κάποιοι αναγκάστηκαν να κόψουν και πολλά που δε θεωρούσαν περιττά, αλλά αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος πονήματος. Περιττό, λοιπόν, για την οικογένεια Αγγελόπουλου δεν είναι τα καύσιμα που καταναλώνει το 45μετρο «Smile» από την Αττική μέχρι το παλιό λιμάνι της Μυκόνου - βαθύπλουτοι είναι οι άνθρωποι (και ουδόλως προκλητικοί) και όχι χαμηλοσυνταξιούχοι που περιμένουν το ΙΚΑ για να τους καλύψει τα ιαματικά μπάνια στα Μέθανα. Παρομοίως, για τη μία από τιε δύο οικογένειες Γιαννακόπουλου δε θεωρούνται περιτά τα ποσά που επενδύει διαδικτυακά ως προς το ζην ο κανακάρης της - εδώ μεροκαματιάρηδες χρεώνονται για να ανοίξει ο βλαστός τους ιατρείο ή κομμωτήριο και να έχει μια πηγή αξιοπρεπούς εισοδήματος.
Περιττός, δυστυχώς, όμως είναι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός. Και πολυέξοδοι. Περιττή σπατάλη είναι τα 900.000 ευρώ που στοίχιζε ο Ματ Νίλσεν και το 1,3 εκατ. του Ντρου Νικόλας. Το μπάσκετ σε υψηλό επίπεδο κοστίζει πανάκριβα, όπως και το ποδόσφαιρο, και έσοδα δεν υπάρχουν. Οι φίλαθλοι έχουν απαιτήσεις, προτιμούν όμως στην πλειοψηφία τους να στήνονται στην TV για να παρακολουθούν την ομάδα τους.
Οι εποχές του «Γεια σας, είμαι ο Ανδρέας, σας έφερα πεσκέσι έναν Κλέιτον. Μην τον βλέπετε έτσι, 2 εκατ. τιμή βιτρίνας τον είχανε» έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η κρίση εξαφάνισε τους μαικήνες όπως και τα διακοποδάνεια. Ο Ανδρέας Βγενόπουλος στο δίλημμα «Πλεσί ή Κοχίμπα;» προτίμησε τα δεύτερα, ενώ ο Νικόλας Πατέρας αποφάσισε να επενδύσει στις διακοπές του με επώνυμη καλλονή παρά στην απόκτηση του Ταμίρ Κοέν. Ο Σωκράτης Κόκκαλης την έκανε μόλις είδε τα πρώτα οικονομικά σύννεφα να συσσωρεύονται πάνω από τον ελληνικό ουρανό, το ίδιο και οι Παππάς, Νοτιάς μόλις διαπίστωσαν πως η αγαπημένη τους ομάδα συμπεριφερόταν σαν Ρουμάνα στριπτιζέζ, αλλά και η οικογένεια Βαρδινογιάννη -ο μακροβιότερος αιμοδότης ελληνικής ομάδας-, αποκαρδιωμένη από την αχάριστη αντιμετώπιση οπαδών του ΠΑΟ. Ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, ο Δημήτρης Κοντομηνάς και ο Γιάννης Φιλίππου αποτελούν πλέον αρχαία ελληνική ιστορία...
Ο τελευταίος μαικήνας που απόμεινε είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης. Τρελά ερωτευμένος με την ομάδα (και περισσότερο με τον εαυτό του), επένδυσε γύρω στα 100 εκατ. ευρώ στον Ολυμπιακό σε δύσκολη περίοδο, αν και χωρίς την αρχική ρομαντική διάθεση των προηγουμένων. Επεδίωξε να ξεκινήσει την απόσβεση από την πρώτη κιόλας στιγμή -το αποτέλεσμα του ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού ορίζει το μέτρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στο «ρίχνω φράγκα» και στο «βαριά φανέλα, αλλά άφραγκος»...
Οι μαικήνες έκαναν τη διαφορά στον αθλητισμό μας. Όμως, στο τέλος πάντοτε οι λαοί έχουν τις ομάδες που τους αξίζουν.
http://www.capital.gr/weekend_articles.asp?id=1287684
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου