Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

Τα κουνέλια τραγουδάνε ακόμα





Στις 4 Ιουνίου τα bunnies πάτησαν το ευρωπαϊκό έδαφος. Μετά από τριάντα χρόνια απουσίας το θρυλικό playboy club του Λονδίνου επιστρέφει για να ενώσει ξανά το μύθο του με τη νυχτερινή ζωή της βρετανικής πρωτεύουσας.


Τον τελευταίο καιρό η μεγάλη ξύλινη σοφίτα έχει γίνει το στέκι του Χιου Χέφνερ. Εκεί, στο ανώτερο επίπεδο του Mansion, βρίσκεται ο χώρος όπου ο Mr Playboy φυλάει τον πιο πολύτιμο θησαυρό του: μια σειρά από 2.500 δερματόδετα λευκώματα με φωτογραφία, άρθρα εφημερίδων, κομμάτια από περιοδικά αναμνηστικά μιας μυθικής ζωής, τοποθετημένα σε ατέλειωτα ράφια προστατευμένα από βιτρίνες που επιτρέπουν σε κάποιον να δει, αλλά να μην αγγίζει. Αυτή την εποχή ο ιδρυτής της θρυλικής αυτοκρατορίας με τη βοήθεια ενός αρχειοθέτη συλλέγει υλικό για έντεκα ακόμα τόμους με memorabilia από το πιο πρόσφατο παρελθόν. Ανάμεσα στα τελευταία αρχεία που προορίζονται για την αιωνιότητα, η αναγγελία του γάμου του με την Playmate Κρίσταλ Χάρις στις 16 Ιουνίου και η πρόσκληση για τα επίσημα εγκαίνια του νέου Playboy Club στη φημισμένη Old Park Lane του Λονδίνου, στο ίδιο ακριβώς σημείο όπου κάποτε βρισκόταν το καζίνο Rendezvous Mayfair, πολύ κοντά στο μέρος όπου έζησε τις δόξες του το πρώτο Playboy Club.


Σικάγο 1959. Ο εμπορικός διευθυντής του Playboy Βίκτορ Λόουνς εν ώρα meeting πετάει μια ιδέα που καταφέρνει να ερεθίσει όσο λίγες το μυαλό του εκδότη του: «Γιατί να μην περάσουμε τη φιλοσοφία του περιοδικού στη ζωή των ανθρώπων;». Η εν λόγω φιλοσοφία είχε ήδη αποδοθεί διά στόματος Χεφ λίγο νωρίτερα: «Η ελευθερία του να χαίρεσαι τις απολαύσεις που έχεις αποκτήσει μετά από σκληρή δουλειά και προσωπική επιτυχία». Εκείνη την εποχή οι δύο άντρες έφευγαν από το γραφείο τα μεσάνυχτα και πήγαιναν για ένα τελευταίο ποτό στο Gaslight, ένα prive μπαρ με πελάτες-μέλη που έμπαιναν αποκλειστικά με κλειδί και σερβιτόρες που σέρβιραν φορώντας στράπλες μαγιό και διχτυωτές κάλτσες.

Εκεί μέσα ο Χέφνερ και ο Λόουνς τόλμησαν να σκεφτούν ότι το δικό τους club, ένας συνδυασμός της αισθησιακής κοσμοθεωρίας και του εκλεπτυσμένου lifestyle που πρεσβεύει το Playboy, θα μπορούσε να πετύχει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο Γουόλτ Ντίσνεϊ έδωσε σάρκα και οστά στους φανταστικούς του ήρωες στην Disneyland. To Playboy απέκτησε τρεις διαστάσει για πρώτη φορά το Φεβρουάριο του 1960 στο Σικάγο και μέσα σε μία νύχτα έγινε το πιο hot στέκι της πόλης. Όμορφες γυναίκες, άντρες με τρόπους, διακριτικό φλερτ, ποιοτική μουσική και live εμφάνιση μεγάλων σταρ τόσο επί σκηνής όσο και στα γύρω τραπέζια, μια ατμόσφαιρα που στην τρέχουσα εποχή της σεξουαλικής επανάστασης δεν άφηνε κανέναν ασυγκίνητο.

To concept του Χέφνερ για τα playboy clubs μοιάζει πολύ με την ιδέα στην οποία στήριξε ο Ντίσνεϊ την Disneyland.

Στο επίκεντρο φυσικά ήταν τα «κουνελάκια», η ατραξιόν των Playboy Clubs, τα αληθινά bunnies, τα εξιδανικευμένα σύμβολα του 20ού αιώνα που επισκιάστηκαν μόνο από τη θρυλική μορφή της Μέριλιν. Ο πάταγος που έγινε στο Σικάγο ήταν η αφορμή για να δημιουργηθούν σύντομα «παραρτήματα» και σε άλλες πολιτείες των ΗΠΑ, τα οποία απασχόλησαν το αμερικάνικο nightlife για πάνω από 25 χρόνια, διάρκεια που, αν την κοντράρει μ΄ εκείνη του Studio 54 (μόλις 12 χρόνια), σου κάνει αίσθηση. Επόμενος σταθμός έμελλε να είναι η Ευρώπη, και συγκεκριμένα η Αγγλία. Το 1963 η βρετανική κυβέρνηση νομιμοποίησε τα τυχερά παιχνίδια και ο Χέφνερ έστειλε τον Λόουνς στο Λονδίνο.

Δύο χρόνια μικρότερος, στα early thirties, ο Λόουνς μοιραζόταν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με το αφεντικό και στενό φίλο του, Χιού. Πρόσφατα χωρισμένος, πνεύμα επιχειρηματικό και λάτρης της καλής ζωής και των ωραίων γυναικών, ενσάρκωνε το πρότυπο του playboy και του δυναμικού player. Ο γοητευτικός εμπορικός διευθυντής ήταν το δυνατό χαρτί του Χέφνερ στις διαπραγματεύσεις και, σύμφωνα με κάποιους, εκείνος που ευθύνεται για τη στυλιστική μετάβαση του νεαρού εκδότη από τα κολεγιακά T-shirts στο εκλεπτυσμένο dandy Ιοοκ. Όταν ο Λόουνς έφτασε στο Λονδίνο, έπαθε σοκ: «Ένιωσα ότι δεν είχα την παραμικρή ιδέα για το τι γινόταν. Στην Αμερική μπορούσες να παίξει μόνο στο Βέγκας. Τα πράγματα ήταν πολύ περιορισμένα ακόμα και εκεί. Στο Λονδίνο τα παραθυράκια του νόμου ήταν ορθάνοιχτα. Τηλεφώνησα στον Χιου και του είπα: "Μάντεψε! Εδώ τζογάρουν! Το Playboy Club πρέπει να γίνει καζίνο"». Η απόφαση αυτή έμελλε να αλλάξει τη μοίρα μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας. Ο Νόελ Στάιν, ένας από τους μακροβιότερους διευθυντές σε Playboy Club, είχε πει κάποτε για τον Λόουνς: «Αυτός ο άνθρωπος σκεφτόταν κάθε μέρα, συνέχεια, παντού και πάντα. Το πρόβλημα ήταν όμως ότι από τις 800 ιδέες του οι 796 έμπαζαν επικίνδυνα. Οι υπόλοιπες 4 θα ήταν εκπληκτικές».

Ως συνιδρυτής πια του Playboy Club στο Λονδίνο και με τον Χέφνερ απασχολημένο με τα θέματα του περιοδικού χιλιάδες μίλια μακριά, ο Λόουνς ήταν εκείνος που έπαιρνε τις πιο καθοριστικές αποφάσεις. Παρόλο που το budget το επέτρεπε απόλυτα, ο 31χρονος μάνατζερ απέρριψε το ενδεχόμενο αγοράς ενός ήδη υπάρχοντος καζίνο, όπως το διάσημο Clermont, και προτίμησε να νοικιάσει ένα συγκρότημα 19 υπερπολυτελών διαμερισμάτων. To Playboy Club Casino εγκαινιάστηκε το 1966 μια νύχτα όπου έδωσε το «παρών» σύσσωμο το βρετανικό jet set, ο Σον Κόνερι, η Τζόαν Κόλινς, ο Μάικλ Κέιν, ο Τζορτζ Μπεστ, ο Ρότζερ Μουρ, ο Μοχάμεντ Άλι, οΤζακ Νίκολσον κ.ά. Πολλοί από αυτούς εξελίχθηκαν σε πιστούς θαμώνες. «Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο μετά από εκείνο το βράδυ, ένιωθα ότι είχα δει το μέλλον. Γυναίκες με μίνι φούστες, τυχερά παιχνίδια που προσέλκυαν τον κόσμο και μια γενική σεξουαλική προσέγγιση που είχε αλλάξει χωρίς επιστροφή» καταθέτει ο Χέφνερ.


Το άνοιγμα του Club συνέπεσε με τα γυρίσματα τεσσάρων μεγάλων αμερικανικών κινηματογραφικών ταινιών στη Βρετανία, με αποτέλεσμα πολλοί από τους celebrities να καταφθάνουν εκεί απευθείας μετά τα γυρίσματα και να μη φεύγουν πριν το ξημέρωμα. Εδώ γευμάτιζε η Ούρσουλα Άντρες με τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό, ο Πίτερ Σέλερς και η Τζούλι Κρίστι, ο Μικελάντζελο Αντονιόνι και ο Ρόμαν Πολάνσκι, ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, αλλά και ο Γούντι Άλεν, ο οποίος τη νύχτα των εγκαινίων ανέβηκε μεθυσμένος στην πίστα κι άρχισε να τραγουδάει ό,τι να ΄ναι!

Η σύζυγος του κορυφαίου αμυντικού τns εθνικής Αγγλίας «κάπτεν» Μπόμπι Μουρ (οι Beckhams της εποχής) έχει να θυμάται: «Ήταν το place to be. Οι περισσότεροι πελάτες ήταν διάσημοι. Το βράδυ που η Αγγλία πήρε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο Γουέμπλεϊ ο μεγάλος Μπερτ Μπάκαρα έπαιζε πιάνο και ζήτησε από τον Μπόμπι να τραγουδήσει. Εκείνος όμως δεν μπορούσε να σηκωθεί γιατί δυο bunnies κάθονταν στα πόδια του. Εκείνη τη νύχτα όμως τίποτα δεν ήταν περίεργο. Οι ποδοσφαιριστές ανήκαν σε όλους».

Τα κέρδη από τα τυχερά παιχνίδια ήταν η μεγαλύτερη πηγή εσόδων όχι μόνο του λονδρέζικου Playboy Club, αλλά και όσων μπορούσαν να συμπεριλάβουν ένα καζίνο στην άδεια λειτουργίας τους, ισορροπώντας την αιμορραγία του περιοδικού από άλλες δραστηριότητες, στις οποίες είχαν επενδυθεί τα έσοδα των Playboy Clubs: θέατρα, δισκογραφικές εταιρίες, κινηματογραφικές επενδύσεις και άλλα φιλόδοξα projects, που δεν απέδωσαν σε μια εποχή που εύπεπτες και βραχύβιες ιδέες έπιαναν τόπο. Ωστόσο, το 1968 ένας νέος νόμος περιόρισε κάπως το χαλαρό πλαίσιο στο οποίο κινούνταν τα καζίνο στο Λονδίνο.

Συμφώνα με τον Χεφ, ο ιδανικός θαμώνας των Playboy Clubs είναι «κάποιος με χρήματα και γούστο».

Τα σέξι bunnies και οι λοιπές λαμπερές διασημότητες έπρεπε να σταματήσουν να λειτουργούν με την παρουσία τους σαν δελεαστική διαφήμιση προσέγγισης υποψήφιων παικτών. Παράλληλα, οι διευθυντές των καζίνο έχασαν το δικαίωμα να παίζουν στα «τραπέζια τους». Ο Λόουνς, φανατικός «εχθρός» των τυχερών παιχνιδιών, προτιμούσε να περνάει τα βράδια στο διαμέρισμα του παρέα με φίλους και σέξι θηλυκές υπάρξεις. «Ο Βίκτορ ήθελε να μας προστατέψει από τους τζογαδόρους. Κανείς όμως δε μας προστάτεψε από τα πάρτι του!» αποκάλυψε μετά από χρόνια ένα καλλίγραμμο bunny. Το 1979 στο γκαράζ του ήταν παρκαρισμένες μια Rolls-Royce, μια Aston Martin και δύο Cadillac. Δύο χρόνια αργότερα, όμως , ο Λόουνς παραιτήθηκε οικειοθελώς από την Playboy Enterprises. To 1981 το καζίνο της οδού Park Lane, το πιο κερδοφόρο της χρονιάς παγκοσμίως, συνεισέφερε 32 εκατομμύρια δολάρια στην επιχείρηση. Η κάρτα μέλους των Playboy Clubs είχε αναδειχτεί προ πολλού σε σύμβολο κοινωνικού στάτους, αποφέροντας 25 εκατομμύρια δολάρια για κάθε 1 εκατομμύριο μέλη (στην πραγματικότητα, μόνο 21 % των μελών έκαναν χρήση της κάρτας έστω και μία φορά).

Ωστόσο, εκείνες τις μέρες η εκατέρωθεν διαμάχη του Λόουνς με το διευθυντή ενός άλλου βρετανικού καζίνο, του Ladbrokes, και οι ισχυρισμοί για συμμετοχή του σε υπόθεση ακάλυπτων επιταγών σε συνδυασμό με το αυστηρό πλαίσιο που εφαρμόστηκε στην έκδοση αδειών καζίνο ανάγκασαν τον ίδιο να εγκαταλείψει το πλοίο και τον Χέφνερ να πουλήσει το καζίνο στην Trident Television, όπως έγινε και με τα υπόλοιπα Playboy Clubs της Μεγάλης Βρετανίας, τα οποία σύντομα κατέβασαν ρολά. Έχοντας πια μεγάλη απόσταση από εκείνη την εποχή, ο Mr Playboy δίνει τη δική του εκδοχή: «Η αντιπαράθεση του Βίκτορ με το διευθυντή του Ladbrokes γέννησε εχθρούς. Πιστεύω ότι, αν ο Λόουνς ήθελε, θα μας είχε σώσει, αλλά ο εγωισμός του δεν τον άφησε. Μετά από τόσα χρόνια υπάρχει πολύς κόσμος στο Λονδίνο που αναπολεί το Playboy Club. Ήρθε η ώρα να δημιουργήσουμε νέες φαντασιώσεις». Στις 4 Ιουνίου του 2011 οι δύο άντρες θα συναντηθούν ξανά, όχι ως συνεργάτες, αλλά ως φίλοι από τα παλιά.

Αναβιώνοντας το γνώριμο μεθυστικό μείγμα τηs σοφιστικέ γοητείας και της αισθησιακής ατμόσφαιρας σε υπερθετικό βαθμό, η νέα γενιά των Playboy Clubs διατηρεί την αίγλη των αυθεντικών προκατόχων τους. Άλλωστε η παρουσία του θρυλικού εμβλήματος και τα χυμώδη «κουνελάκια» φτάνουν ώστε να δημιουργήσουν μια ατμόσφαιρα βγαλμένη από αντρικά όνειρα. Με ανακαίνιση ύψους 17 εκατομμυρίων ευρώ στο 1.500 τ.μ. διώροφο κτίριο ins Old Park Lane, η Playboy Enterprises σε συνεργασία με τη London Casino International δημιούργησε την απόλυτη upper class εγκατάσταση. Οι κορυφαίοι designers Jestico & Whiles έδωσαν προτεραιότητα στο σχεδιασμό των εσωτερικών χώρων. Στο πρώτο επίπεδο, εκεί όπου βρίσκεται το εστιατόριο, το lounge και τα cocktail bars, το concept ξεδιπλώνεται με απόλυτο μυστήριο σε ένα ατμοσφαιρικό, σχεδόν σκοτεινό περιβάλλον, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με το φωτεινό και αιθέριο χώρο του λόμπι και του καζίνο στο ανώτερο επίπεδο. Διάφανες χυτές κουρτίνες, πάνω στις οποίες αντανακλώνται δραματικά οι ανθρώπινες φιγούρες και οι κινήσεις τους, θέτουν τα όρια από τα prive τραπέζια για ακόμα πιο φαντασιακό αποτέλεσμα. Στο επίκεντρο η νέα ελίτ των Playboy bunnies (τα οποία επιλέχθηκαν μετά από αυστηρό κάστινγκ), με σήμα κατατεθέν τους τη θρυλική στολή, η οποία με αφορμή τα εγκαίνια ανασχεδιάστηκε από το διάσημο οίκο Marchesa.

To Club θα λειτουργεί φυσικά αποκλειστικά με μέλη. Η ισόβια συνδρομή που εξασφαλίζει το κλειδί εισόδου στο λονδρέζικο Playboy Club και κατ΄ επέκταση σε όλα τα αντίστοιχα ανά τον κόσμο (Palms Las Vegas και Macao) ανέρχεται στα 17.000 ευρώ, με πολλά έξτρα μπόνους, όπως γεύμα με μια Playmate στο Mansion, ενώ η ετήσια συνδρομή κοστίζει συνολικά κάτι παραπάνω από 2.500 ευρώ. Τη δεκαετία του ΄60, όταν ο Χεφ ρωτήθηκε ποιος είναι ο ιδανικός θαμώνας του Playboy Club, απάντησε: «Κάποιος με χρήματα και γούστο». Δεκαετίες αργότερα τα κριτήρια παραμένουν ακριβώς τα ίδια.

Αναδημοσίευση από το τεύχος Ιουνίου Νο186 του περιοδικού ΄Playboy΄.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...