Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Άρθρο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Bob!! Καλές σκοπιές


Οι Ταλιμπάν έχουν σε μεγάλο βαθμό εξουδετερωθεί. Ο Σαντάμ είναι νεκρός και ο Μπιν Λάντεν κρύβεται στο βυθό του Ινδικού Ωκεανού. Δέκα χρόνια μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους οι εχθροί των ΗΠΑ έχουν τελειώσει, αλλά οι θεωρίες συνωμοσίας συνεχίζουν να αναπτύσσονται.
Μία μόλις εβδομάδα μετά το φονικό χτύπημα της 11 ης Σεπτεμβρίου του 2001 η υπόθεση ότι η Αλ Κάιντα δεν έδρασε μόνη της, αλλά συνεπικουρούμενη από κάποια κράτη και τους ηγέτες τους έγινε επίσημη θέση της αμερικανικής κυβέρνησης, όταν ο τότε υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ δήλωσε ξεκάθαρα σε συνέντευξη Τύπου: «Οι τρομοκράτες δεν κινούνται σε κενά αέρος. Γνωρίζω πολλά και, έχοντας επίγνωση των λόγων μου, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι συγκεκριμένα κράτη στηρίζουν τις δράσεις τους». Όταν οι παρευρισκόμενοι δημοσιογράφοι τον πίεσαν να αποκαλύψει ποια ήταν αυτά τα κράτη, ο Ράμσφελντ σιώπησε για λίγο, χαρακτήρισε το ζήτημα «ιδιαίτερης ευαισθησίας» και άλλαξε θέμα. Τρία χρόνια αργότερα η διακομματική εξεταστική επιτροπή του αμερικανικού Κογκρέσου κλήθηκε να δημοσιεύσει το πόρισμα της έρευνάς της για την ενδεχόμενη ανάμειξη τριών χωρών στο σχεδιασμό και στην εκτέλεση του χτυπήματος. Οι δύο ήταν δηλωμένες εχθροί των ΗΠΑ: το Ιράκ και το Ιράν. Η τρίτη ήταν η φίλα προσκείμενη και σύμμαχος Σαουδική Αραβία. Στο πόρισμα της επιτροπής αναγραφόταν με σαφήνεια ότι δε βρέθηκαν «στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι το Ιράκ συνεργάστηκε με την Αλ Κάιντα με σκοπό την εκπόνηση σχεδίου επίθεσης κατά των Ηνωμένων πολιτειών».
Το Ιράν, αντίθετα, φαινόταν να συντηρεί χρόνιους δεσμούς με την Αλ Κάιντα και κατά καιρούς είχε επιτρέψει σε πράκτορές της (ανάμεσά τους και κάποιοι από τους αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου) να κινούνται ελεύθερα στη χώρα και να χρησιμοποιούν τα αεροδρόμιά της. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τις οικογένειες των θυμάτων της επίθεσης επιμένουν ότι υπάρχουν πειστήρια που αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση του Ιράν παρείχε υλική βοήθεια στην Αλ Κάιντα κατά την περίοδο εκπόνησης του σχεδίου της 11ης Σεπτεμβρίου. Τα συγκεκριμένα στοιχεία, πάντως, δε βγήκαν ποτέ στο φως. Η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας δεν αναλύθηκε. Η χώρα απαλλάχθηκε από τις υποψίες με μια γενική πρόταση και με κάποιες αναφορές στις υποσημειώσεις και στις παραπομπές του κυρίως κειμένου. Το κεφάλαιο που την αφορούσε ήταν το μόνο που λογοκρίθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες και παραμένει αδημοσίευτο μέχρι και σήμερα. Κι αυτό τη στιγμή που 15 από τους 19 τρομοκράτες που συμμετείχαν στην επίθεση ήταν Σαουδάραβες, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Σαουδική Αραβία, οι δεσμοί της με την Αλ Κάιντα και οι εκλεκτικές συγγένειες μελών της βασιλικής οικογένειας με τον Μπιν Λάντεν και άλλους αξιωματούχους της οργάνωσης είναι το θέμα του The Eleventh Day: The Full Story Of 9/11 And Osama Bin Laden, του νέου βιβλίου που υπογράφουν ο Άντονι Σάμερς και η Ρόμπιν Σουάν. Τα ντοκουμενταρισμένα περιστατικά που παρουσιάζουν οι δύο ερευνητές εκθέτουν ανεπανόρθωτα τους Άραβες συμμάχους των ΗΠΑ. Σε ένα από αυτά ένας Σαουδάραβας πρίγκιπας συναντιέται στο Παρίσι με εύπορους επιχειρηματίες της χώρας του. Η συνάντηση γίνεται στο ξενοδοχείο Royal Monceau περιθώριο της Διεθνούς Έκθεσης Όπλων και Εξοπλισμών τον Ιούνιο του 1996 και θέμα της είναι η αντιμετώπιση του Μπιν Λάντεν. Λίγες μέρες νωρίτερα η Αλ Κάιντα είχε πραγματοποιήσει δύο χτυπήματα κατά αμερικανικών στόχων στη Σαουδική Αραβία και η ελίτ της χώρας ανησυχούσε ότι σύντομα θα στρεφόταν και εναντίον της. Σύμφωνα με την έκθεση της γαλλικής υπηρεσίας πληροφοριών, στη συνάντηση αποφασίστηκε η χρηματοδότηση του Μπιν Λάντεν με αντάλλαγμα την ησυχία του αραβικού κράτους και των ευπατρίδων του. Η Σαουδική Αραβία κατά κάποιον τρόπο αποφάσισε να πληρώνει «προστασία» στην Αλ Κάιντα προκειμένου να σταματήσουν τα χτυπήματα εντός των συνόρων της. Οι ανακρίσεις και οι έρευνες μετά την 11η Σεπτεμβρίου φωτογράφιζαν ως πρωτεργάτη της συμφωνίας τον πρίγκιπα Τούρκι, επικεφαλής της σαουδικής – αραβικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Οι όροι αυτής της συμφωνίας προέβλεπαν ότι η Αλ Κάιντα δε θα χτυπούσε σαουδαραβικούς στόχους και ως αντάλλαγμα η Σαουδική Αραβία θα πρόσφερε χρήματα και εξοπλισμό στους Ταλιμπάν, δε θα ζητούσε την έκδοση του Μπιν Λάντεν και θα ήταν διακριτική με τα στρατόπεδα εκπαίδευσης της οργάνωσης. Στο δικό του βιβλίο ο Τζορτζ Τένετ, που διετέλεσε διευθυντής της CIA κατά τη δεύτερη θητεία του Κλίντον, συγκαταλέγει στους χρηματοδότες του Μπιν Λάντεν δύο γαλαζοαίματους: τον πρίγκιπα Ναΐφ (υπουργός Εσωτερικών το 2001) και τον πρίγκιπα Σουλτάν. Δηλώνει επίσης με σαφήνεια ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες γνώριζαν ότι «όλες οι απαντήσεις, όλα τα στοιχεία που θα οδηγούσαν στην εξάρθρωση της οργάνωσης του Μπιν Λάντεν βρίσκονταν στη Σαουδική Αραβία». Το γνώριζαν μάλιστα αρκετά πριν από την 11η Σεπτεμβρίου. Παρ΄ όλ΄ αυτά, ποτέ δεν απέκτησαν ούτε το δικαίωμα πρόσβασης ούτε το δικαίωμα ανάπτυξης πρωτοβουλίας στη χώρα που από δεκαετίες εξασφάλιζε στις ΗΠΑ εισαγωγές πετρελαίου με ευνοϊκότατους όρους.
 
Ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι με το φημολογούμενο χρηματοδότη του
Μπιν Λάντεν, πρίγκιπα Σουλτάν.

Ένα μήνα πριν από την 11η Σεπτεμβρίου οι σχέσεις της πρωτεύουσας Ριάντ με την Ουάσινγκτον είχαν ενταθεί με αφορμή τη συνεχιζόμενη ανοχή των Αμερικανών στη συμπεριφορά του Ισραήλ απέναντι στην Παλαιστίνη. Τρεις εβδομάδες πριν από το χτύπημα δημοσιεύτηκε ένα βίντεο που εμφάνιζε έναν Ισραηλινό στρατιώτη να πατάει με την μπότα του το κεφάλι μιας Παλαιστίνιας. Ο Αμπντουλάχ, διάδοχος τότε του θρόνου, ακύρωσε την επίσκεψή του στο Λευκό Οίκο και ανάγκασε την κυβέρνηση Μπους να στείλει επιστολή με την οποία τον ενημέρωνε ότι σύντομα οι ΗΠΑ θα παρενέβαιναν υπέρ της Παλαιστίνης. Τα συγκλονιστικά γεγονότα της 11ns Σεπτεμβρίου ανέτρεψαν εντελώς το κλίμα. Η Σαουδική Αραβία ήταν από της πρώτες χώρες που έσπευσαν να καταδικάσουν το χτύπημα και την τρομοκρατική βία και ο ίδιος ο Αμπντουλάχ διέταξε να αποσταλούν στις ΗΠΑ εννιά εκατομμύρια βαρέλια πετρέλαιο εντός δύο εβδομάδων. Ηταν μια κίνηση καλής θέλησης, αλλά και μια ουσιαστική βοήθεια προ τους Αμερικανούς, που εκτός απ΄ όλα τ΄ άλλα, την ίδια περίοδο, εν μέσω ενεργειακής κρίσης, αντιμετώπιζαν πρόβλημα έλλειψης καυσίμων. Τη 12η Σεπτεμβρίου, παντού, ο τότε πρέσβης της Σαουδικής Αραβίας στην Ουάσινγκτον, πρίγκιπας Μπαντάρ, ενημερώθηκε από τη CIA ότι 15 από τους 19 τρομοκράτες ήταν Σαουδάραβες. Ο πανικός που ακολούθησε οδήγησε σε μια μαζική και εσπευσμένη έξοδο εύπορων Σαουδαράβων από τις ΗΠΑ. Χαρακτηριστική και κάπως γραφική είναι η περίπτωση των 75 γαλαζοαίματων που εγκατέλειψαν το Caesars Palace στο Λας Βέγκας και εγκαταστάθηκαν με τις συνοδείες τους στο Four Seasons επειδή το θεωρούσαν πιο ασφαλές.
Πολύ σοβαρότερες είναι οι περιπτώσει που αναφέρονται στο βιβλίο των Σάμερς και Σουάν. Είναι οι περιπτώσεις τουλάχιστον 20 μελών των Οικογένειας του Οσάμα Μπιν Λάντεν που ζούσαν στις ΗΠΑ και φυγαδεύτηκαν εκείνες τις μέρες. Οι περισσότεροι με τη βοήθεια της Σαουδαραβικής Πρεσβείας. Ο ίδιος ο Μπαντάρ συμβούλευσε έναν από τους αδερφούς του Μπιν Λάντεν να καταλύσει στο ξενοδοχείο Watergate και φρόντισε για την ασφαλή μεταφορά του. Δύο χρόνια αργότερα μάθαμε ότι η έξοδος ενορχηστρώθηκε με την αρωγή ή τουλάχιστον με την ανοχή και τη γνώση του FBI. Ο Ρίτσαρντ Κλαρκ, συντονίσω της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας των ΗΠΑ, παραδέχτηκε κατά τη διάρκεια των ακροάσεων της εξεταστικής επιτροπής ότι η Σαουδαραβική Πρεσβεία είχε επικοινωνήσει με το FBI σχετικά με την έξοδο από τη χώρα των συγγενών του Μπιν Λάντεν και ότι ο ίδιος είχε δώσει το πράσινο φως. Εκείνες τις μέρες, αμέσως μετά την αποκάλυψη, το CNN είχε ρωτήσει τον Ναΐλ Αλ Τζουμπεΐρ, εκπρόσωπο Τύπου της Σαουδαραβικής Πρεσβείας στην Ουάσινγκτον, αν ήταν 100% σίγουρος ότι κανείς από όσους έφυγαν τότε δεν είχε ανάμειξη στην επίθεση στους Δίδυμους Πύργους. Η απάντηση του ήταν: «Μόνο για δύο πράγματα μπορούμε να είμαστε σίγουροι: για την ύπαρξη του θεού και για το ότι όλοι κάποια μέρα θα πεθάνουμε. Για τα υπόλοιπα θα υπάρχουν πάντα αμφιβολίες».
Στο μυαλό του Μπομπ Γκράχαμ, πρώην γερουσιαστή και προέδρου της εξεταστικής επιτροπής του Κογκρέσου, παντού, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. «Σαουδάραβες διευκόλυναν και βοήθησαν κάποιους από τους αεροπειρατές» δήλωσε στους Σάμερς και Σουάν. Κατά τη γνώμη του, «η 11 η Σεπτεμβρίου δε θα μπορούσε να προκύψει χωρίς υποδομή και χωρίς ένα μηχανισμό στήριξης μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες». Διευκρινίζει επίσης ότι ως Σαουδάραβες ορίζει «την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και άτομα που για συγκεκριμένους λόγους είναι εξαρτημένα από την κυβέρνηση, που -χοντρικά- συμπεριλαμβάνει όλη την ελίτ της χώρας». Ο Γκράχαμ δεν αφήνει έξω από τον κύκλο της καχυποψίας ούτε τη βασιλική οικογένεια. Τα συμπεράσματα του, όπως και των υπόλοιπων μελών της εξεταστικής επιτροπής, καταγράφηκαν στην τελευταία ενότητα του πορίσματος, με τίτλο «Ευρήματα, συζητήσεις και αφηγήσεις που σχετίζονται με ιδιαίτερα ευαίσθητα θέματα εθνικής ασφάλειας». Το κεφάλαιο ξεκινάει από τη σελ. 396 της έκθεσης και καταλαμβάνει 28 σελίδες. Στην πραγματικότητα, όμως, το συγκεκριμένο κεφάλαιο δεν υπάρχει. Οι σελίδες του είναι εκεί, αλλά το κείμενο είναι καλυμμένο, με εξαίρεση κάποιες σκόρπιες λέξεις που δε βγάζουν νόημα και κάποιες ημερομηνίες. Είναι το μοναδικό κομμάτι της έκθεσης της επιτροπής που έχει λογοκριθεί καθ΄ ολοκληρίαν.
Από το 2003 που βγήκε (ή εν προκειμένω δε βγήκε) στη δημοσιότητα το πόρισμα αυτές οι 28 σελίδες έχουν γίνει αντικείμενο συζητήσεων, ερευνών και γενικής κατακραυγής. Η διαχείριση του εγγράφου εμπίπτει στη δικαιοδοσία της CIA, αξιωματούχοι της οποίας έχουν εμμέσως, πλην σαφώς δηλώσει ότι δική τους πρόθεση ήταν να δημοσιευτεί το μεγαλύτερο μέρος των πληροφοριών που αναγράφονται στις σελίδες. Η εντολή της απόκρυψης ήρθε από ψηλά - από τον πρόεδρο Μπους αυτοπροσώπως. Οι διαρροές αλλά και τα δημοσιευμένα απομνημονεύματα διάφορων πρώην αξιωματικών του FBI και της CIA έχουν καταστήσει σαφές ότι στις σελίδες που λείπουν δηλώνεται η βεβαιότητα της επιτροπής ότι οι αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου δέχτηκαν υποστήριξη από κάποιο «ξένο» κράτος - τη Σαουδική Αραβία. 
 

Η Κοντολίζα Ράις συνομιλεί με τον πρίγκιπα Μπαντάρ, ενώ ο Τζορτζ Μπους ασπάζεται
το διάδοχο (τότε) Αμπντουλάχ.


Ο Τζον Κυριάκου, πρώην πράκτορας της CIA, με καταγωγή από την Ιαλυσό της Ρόδου, εστιάζει τις κατηγορίες αναφερόμενος σε συγκεκριμένα μέλη της βασιλικής οικογένειας που είχαν ανάμειξη στην προετοιμασία της επίθεσης στους πύργους. Ο Κυριάκου, που έχει γράψει το βιβλίο The Reluctant Spy: My Secret Life In The CIA΄s War On Terror, ήταν ένας από τους ενορχηστρωτές της σύλληψης του Αμπού Ζουμπάιντα, υψηλά ιστάμενου αξιωματούχου της Αλ Κάιντα, ο οποίος μετά από πολύμηνη ανάκριση ομολόγησε τόσο τη δική του συμμετοχή στην επίθεση όσο και τη χείρα βοηθείας των Σαουδαράβων. Ο Ζουμπάιντα σήμερα κρατείται στο Γκουαντάναμο, ενώ ο Κυριάκου θα μείνει στην ιστορία ως ο πρώτος αξιωματούχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών που παραδέχτηκε δημοσίως τη χρήση του βασανιστηρίου του εικονικού πνιγμού. Ο ίδιος, βέβαια, όταν δήλωνε ότι η ομολογία του Ζουμπάιντα αποσπάστηκε με το συγκεκριμένο τρόπο, πίστευε ότι ο κρατούμενος είχε «σπάσει» έπειτα από 35 μόλις δευτερόλεπτα.

Αργότερα έμαθε και αυτός και η κοινή γνώμη ότι είχαν προηγηθεί άλλες 82 «συνεδρίες» κάτω από τη μάνικα... Ο ντόρος που έγινε το 2003 με αφορμή τις 28 «κομμένες» σελίδες, αλλά και η διαμαρτυρία που συνυπέγραψαν 40 γερουσιαστές (ανάμεσά τους και ο Τζον Κέρι) δεν κλόνισαν την αποφασιστικότητα του Τζορτζ Μπους να τις κρατήσει εν κρυπτώ. Ο Μπομπ Γκράχαμ παρατήρησε σε πρόσφατο άρθρο του ότι «ο πρόεδρος προτίμησε να παραμείνει πιστός στη φιλία του με τους Σαουδάραβες εις βάρος της εθνικής ασφάλειας».

Δεν ήταν ο μόνος. Το 2009, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την εγκατάστασή του στο Λευκό Οίκο, ο Μπαράκ Ομπάμα υποδέχτηκε τις οικογένειες των θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου. Ένα από τα βασικά αιτήματά τους ήταν η δημοσιοποίηση των περίφημων 28 σελίδων. Ο νέος πρόεδρος δεσμεύτηκε στην Κρίστεν Μπράιτβαϊζερ, χήρα ενός από τους νεκρούς του World Trade Center, ότι θα έκανε ό,τι μπορούσε. Σήμερα, δυόμισι χρόνια μετά, το συγκεκριμένο κείμενο παραμένει άκρως απόρρητο.

Αν κάποιος προσπαθήσει να ερμηνεύσει τις κινήσεις της κυβέρνησης Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, θα βρεθεί μπροστά σε αρκετά λογικά χάσματα και παράλογες αποφάσεις ή παραλείψεις. Και, βέβαια, κάποια στιγμή θα γκρεμοτσακιστεί στον κρατήρα του πολέμου στο Ιράκ, που σήμερα πια μοιάζει ανεξήγητος. Το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής που απάλλασσε το Ιράκ από οποιαδήποτε ανάμειξη στο τρομοκρατικό χτύπημα δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2004. Ο πόλεμος είχε ξεκινήσει ένα χρόνο νωρίτερα και η προπαγάνδα κατά του Σαντάμ Χουσεΐν 18 μήνες πριν από τον πόλεμο. Ο πρόεδρος Μπους και ο αντιπρόεδρος Τσέινι, χωρίς ποτέ να παρουσιάσουν στοιχεία, αλλά και χωρίς να κατηγορήσουν ευθέως το Ιράκ για συνέργεια στην επίθεση, κατάφεραν με τις δημόσιες τοποθετήσεις τους να συνδέσουν στη συνείδηση της κοινής γνώμης τον Σαντάμ Χουσεΐν με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν σε τέτοιο βαθμό, που τις παραμονές του πολέμου σε δημοψήφισμα της Washington Post το 69% των Αμερικανών δήλωνε πεπεισμένο ότι ο Σαντάμ είχε εμπλακεί αυτοπροσώπως στο σχεδιασμό της επίθεσης, ενώ το 44% ήταν σίγουρο ότι η πλειοψηφία των αεροπειρατών ήταν Ιρακινοί (κανείς δεν ήταν).

Η εισβολή και ο πόλεμος στο Ιράκ στοίχισαν στις ΗΠΑ τρία τρισεκατομμύρια δολάρια και 4.500 νεκρούς στρατιώτες, για να μη συζητήσουμε για τις απώλειες και τις καταστροφές που υπέστη το κράτος και ο λαός του Ιράκ. Κατά τη διάρκεια της τζούφιας εκστρατείας τα στοιχεία που ενοχοποιούσαν άλλες χώρες ως συνεργούς της Αλ Κάιντα σωρεύονταν και τα δημοσιεύματα που τα έφερναν στο φως πλήθαιναν. Ανάμεσά τους και κάποια που υποδείκνυαν το Πακιστάν ως ισχυρό παίκτη στο παρασκήνιο της διεθνούς τρομοκρατίας. Εκεί τελικά, στο Πακιστάν, έμελλε να βρεθεί ο Οσάμα Μπιν Λάντεν. Όχι κρυμμένος σε κάποια σπηλιά, λιμασμένος από την πείνα και σαρακοφαγωμένος από τις κακουχίες και -γιατί όχι;- τις τύψεις. Βρέθηκε εγκατεστημένος μαζί με αρκετά μέλη της οικογένειάς του και το υπηρετικό του προσωπικό σε μια οχυρωμένη έπαυλη στη χαριτωμένη πόλη Αμποταμπάντ. Το κρησφύγετό του απείχε ένα τσιγάρο δρόμο από τη μεγαλύτερη στρατιωτική ακαδημία της χώρας.

Το πώς και το γιατί ο Νο 1 καταζητούμενος του πλανήτη κατάφερνε επί σειρά ετών να ζει ανενόχλητος κάτω από τη μύτη των εκατοντάδων στρατιωτικών που τον περιέβαλλαν καθημερινά, όπως και τα «πώς» και τα «γιατί» της σύλληψης και της εκτέλεσής του είναι τα ερωτήματα που θα ψάξουν τις απαντήσεις τους στις επόμενες επετείους της 11ης Σεπτεμβρίου και θα δώσουν τροφή στα επόμενα βιβλία και στις επόμενες ταινίες. Προς το παρόν, δέκα χρόνια μετά την πτώση των πύργων, αγνοούνται ακόμα οι απαντήσεις στα βασικά, τα πρωτογενή ερωτήματα.



Στο βιβλίο τους The Eleventh Day οι συγγραφείς-ερευνητές Άντονι Σάμερς και Ρόμπιν Σουάν εκθέτουν ανεπανόρθωτα τους Σαουδάραβες. Το ίδιο γίνεται και στο βιβλίο The Reluctant Spy του πρώην πράκτορα της CIA Τζον Κυριάκου, εκ Ιαλυσού Ρόδου.



http://www.capital.gr/weekend_articles.asp?id=1298603&ppg=2

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...