Share
Ρε ύποπτε, θέλω να παω να δω μια συγγενή μου στο Δρομοκαϊτειο και επειδή μου ρχεται κάπως, δεν έρχεσαι για παρέα; Με παρακάλεσε ενας φίλος.
Ούτε εγω είχα παει ποτέ και δεν αρνήθηκα.
Κολλήσαμε στην κίνηση και φτάσαμε εκτος ωραρίου επισκεπτηρίου. Μεσημέρι.
Να μπουμε; Με ρωτάει.
Μια και ήρθαμε, του λεω. Το πολύ πολύ να μας σταματήσουν και θα βρω μια δικαιολογία.
Τσάμπα η συζήτηση. Περάσαμε λες και είμασταν μόνιμοι κάτοικοι.
Ξέρεις που πάμε;
Ναι, μου είπε το τάδε κτίριο αλλά να ρωτήσουμε…
Το Δρομοκαϊτειο σκέψου, είναι ένα απέραντο πάρκο με χρωματιστές λωρίδες στο δρόμο για να σε οδηγήσουν στο κτίριο που θέλεις. Κατι σαν resort με αυτόνομα κτίρια και πτέρυγες και με ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ μέσα στο πράσινο.
Προχωρήσαμε για λίγο, μάλλον δεν βγάζαμε άκρη και είπαμε να ρωτήσουμε. Ενας τύπος φάνηκε κανονικός με γυρισμένη την πλάτη σε μας. Του φώναξα:
Συγγνώμη, μήπως ξέρετε που είναι το τάδε;
Γύρισε σιγα σιγά το κεφάλι του, μας κοίταξε και άρχισε να ουρλιάζει
ΝΑ ΣΕ ΠΑΩ ΕΓΩ, ΝΑ ΣΕ ΠΑΩ ΕΓΩ, ΝΑ ΣΕ ΠΑΩ ΕΓΩ, ΝΑ ΣΕ ΠΑΩ ΕΓΩ !!!
Και έτρεχε κατά πάνω μας!!!!
Για πότε ενεργοποιήθηκαν τα 170 άλογα στο γκάζι και ο τύπος δεν πρέπει να είδε ούτε καν το χρωμα του αυτοκινήτου!
Ωραία, καλά αρχίσαμε….
Λίγο πιο κάτω είδαμε ένα άλλο κτίριο. Επιστασία λεει.
Για να μην την ξαναπατήσουμε, στήσαμε αυτί. Κανονικές φωνές ακούγαμε, συζητήσεις και είπαμε ότι εντάξει εδώ θα είναι φυσιολογικοί. Είχαμε πάρει τα μέτρα μας. Ο φίλος μου με αναμμένη μηχανή και έτοιμος στο τιμόνι και εγω κατέβηκα να ρωτήσω.
Μας είπαν. Φτάσαμε. Πήρε τηλέφωνο ο φίλος μου την ξαδέρφη του να βγει και περιμέναμε. Μας πλησίασε ενας τύπος που μια χαρά θα πρωταγωνιστούσε σε οποιο θρίλερ μπορείς να φανταστείς. Τα μισά δόντια πεσμένα, τα άλλα μισά και κιτρινόμαυρα, μουστάκι, κοντός, μαυρίδερος, με κομμένη φάτσα και ένα βλέμμα ηλιοβασίλεμα…
Φιλαράκο εχεις κανα ευρώ να παω στο καψιμι;
Όχι, του κάνω.
Ελα ρε φιλαρακο που δεν εχεις…
Δεν εχω ρε φιλε, μου τα εφαγαν οι γυναικες
Ναι καλα. Όμως το πορτοφολι είναι γεμάτο στις πιστωτικές! Θα μου δώσεις;
Όχι ρε φιλε!
Αρχισε να έρχεται πιο κοντά και άρχισα να οπλίζω σφίγγοντας τη γροθιά μου. Ημουν έτοιμος.
Εντάξει ρε φιλε, μη δίνεις… Εντάξει.. είπε και ουφ τι καλα, απομακρύνθηκε.
Εφτασε η ξαδέρφη του, συστηθήκαμε. Μια χαρά κοπέλα, μιλαγε κανονικά και πήρα το θάρρος να τη ρωτήσω γιατί ηταν εκει. Ο λόγος ηταν γιατί μια φορά το χρόνο την έπιαναν κάτι κρίσεις όπως την ημέρα να νομίζει ότι είναι νύχτα, να φαντάζεται ότι κάνει σεισμό, να ακούει φωνές.. Την πιάνει για λίγες μέρες, νοσηλεύεται και παίρνει κάτι φάρμακα που κοιμίζουν αεροπλανοφόρο και επανέρχεται στην καθημερινότητα.
Της ζήτησα αν μπορεί να μας δείξει του χώρους του ιδρύματος. Παρατήρησα πως κανένα δωμάτιο δεν είχε πόρτα. «Είναι για να μην κάνει κάποιος κακό στον εαυτό του και δεν τον προλάβουν», μας εξήγησε. Ενας χώρος γυμνός και κρυος. Μάρμαρα και πλακάκια. «Ευτυχώς εχει πάντα ζεστό νερό». Ηρθε και η συγκάτοικος της. Μας είπε γεια ξεψυχισμένα και μετά μονολογούσε ότι θέλουν να τη σκοτώσουν, κάτι τέτοια.
Ζήτησα να βγούμε εξω. Πνίγηκα. Καθήσαμε σε παγκάκια και ο φίλος μου με την ξαδέρφη του, έλεγαν τα δικά τους. Λίγο πιο πέρα σε άλλα παγκάκια ( ισόγειο το κτίριο με μπαλκονόπορτες και μικρή αυλή ) ηταν 2 τύποι που μου φάνηκαν μια χαρά. Τη ρώτησα.
Αυτοί είναι αστυνομικοί, μου είπε. Ερχονται σε αυτή την πτέρυγα και τοξικομανείς.
Περιφέροταν ένα ζευγάρι με την κοπέλα να χτυπιέται. «Δεν θα παντρευτώ ποτε, δεν είμαι άξια, πότε θα γίνω μάνα, ξέρω να μαγειρεύω, αφου το έκαψα δεν θέλω τίποτα, μου αρέσει η θάλασσα, πάμε να δούμε τηλεόραση», Θεέ μου τι θλίψη. Πέρασαν κάτι άλλοι, φαίνονταν πάλιουρες εκει μέσα, που έμοιαζαν κανονικοί και χαιρετούσαν την ξαδέρφη του φίλου μου. Μόλις έλεγαν πάνω από 5 κουβέντες άρχιζαν να πυροβολούν με το στόμα, δεν καταλάβαινες ούτε λέξη.
Κυκλοφορούν εδώ διάφορα; Τη ρώτησα.
Εσύ τι λες; μου αντέτεινε και δεν της είπα. Κατάλαβε και κατάλαβα.
Με τους υπαλλήλους, τους νοσηλευτές εδώ πως τα πάς;
Εξαρτάται στον άνθρωπο. Αλλοι είναι ευσυνείδητοι άλλους τους ψάχνεις…
Τι να κάνουν και οι υπάλληλοι. Διάφορες εκπομπές λένε για τα σανατόρια και τις επίγειες κολάσεις αλλά κάτσε μια μέρα να δεις πως είναι. Αντε να βγάλεις άκρη…
Γίνονται εδώ τίποτα περίεργα;
Τις προάλλες ενας έβαλε φωτιά. Τρέχαμε να τη σβήσουμε.
Τα βράδια καλό είναι να μην κάνει καμία κοπέλα βόλτα στο πάρκο γιατί γίνεται αντικείμενο του πόθου. Δεν εχει πόρτες όπως είδες. Φοβάσαι. Αντε και σου όρμηξε κάποιος. Θα προλάβεις να φύγεις; Θα προλάβεις να φωνάξεις; Θα καταφέρεις να πατήσεις το κουμπί ανάγκης; Θα σε ακούσει κάποιος;
Εσενα σου συνέβη κάτι;
Ναι, προχθές. Επειδή είπα ποιος έβαλε τη φωτιά, με απειλούσε ότι θα έρθει στον υπνο μου να με σφάξει…
Και τι κάνεις;
Τι να κάνω; Μετράω ωρες και μέρες. Μεθαύριο φεύγω. Και πάλι καλά σε αυτό το κτίριο είναι εντάξει. Που να πας παρακάτω….
Από συμπαράσταση πως πας;
Μετά τη μάνα μου, είστε οι μόνοι που ηρθαν να με δουν…
Σε αυτό το σημείο πήγα να την παρηγορήσω:
Εχεις απόλυτο δίκιο αλλά εδώ είναι μια περίεργη κατάσταση. Δεν είσαι ας πουμε στο ΚΑΤ να σπάσεις ένα πόδι, να σε επισκευθεί κάποιος. Εδώ δεν ξέρεις τι θα δεις…
Το ξέρω φίλε. Εχω ξανάρθει εδώ. Το ξέρω.
Αντε, να φύγεις γρήγορα από δω! Δεν ανήκεις εδώ! Κάτσε κοιμήσου οσο περισσότερο μπορείς να περάσουν αυτές οι δυο μέρες να πας σπίτι σου, προσπάθησα να της δώσω λίγο κουράγιο.
Ναι, όπως το λένε οι φαντάροι, ο υπνος μειώνει τη θητεία ε; μου χαμογέλασε
Φύγαμε. Η κοπέλα μας χιλιοευχαρίστησε για την παρέα και μετά το φιλαράκι μου που «χωρίς εσένα δεν θα ερχόμουν ύποπτε».
Στο δρόμο της επιστροφής δεν είπαμε ούτε λέξη. Τα είπαμε με τα μάτια.
Μιαμιση ώρα κάτσαμε και αρρωστήσαμε. Για φαντάσου αυτός που είναι συνέχεια εκει μέσα και αυτός που εργάζεται…
Μετά λέμε για τα συγκλονιστικά προβλήματά μας, γιατί δεν παίρνω 200 ευρώ παραπάνω, γιατί μου έριξε χιλόπιτα μια γκόμενα, γιατί έχασε ο Θρύλος και γιατί ενώ είχα πλύνει το αυτοκίνητο έβρεξε λάσπη…
WWW.SUSPECTBLOG.GR
Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
thank u...
ΑπάντησηΔιαγραφή