Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

«Ηθελα να φιλήσω το τρυπάνι!» Ο Λουίς Ουρσούα µιλάει για τη στιγµή που τους εντόπισαν οι διασώστες

Ηταν ο τελευταίος που ανέβηκε µε τον «Φοίνικα» στην επιφάνεια, 22 ώρες µετά τον πρώτο. Τον υποδέχθηκαν µε κοµφετί, µπαλόνια, σαµπάνιες και αγκαλιές. Ο Λουίς Ουρσούα δεν σήµανε µόνο το αίσιο τέλος της επιχείρησης διάσωσης, ήταν εκείνος που κράτησε τους µεταλλωρύχους ενωµένους, και κυρίως ζωντανούς, τις πρώτες ηµέρες της περιπέτειάς τους.

«Κάναµε αυτό που περίµενε από µας ο κόσµος ολόκληρος» είπε αµέσως µετά την έξοδό του ο 54χρονος τοπογράφος, επικεφαλής βάρδιας τότε που κατέρρευσε µέρος του ορυχείου Σαν Χοσέ στις 5 Αυγούστου. «Είχαµε δύναµη, είχαµε κουράγιο, θέλαµε να αγωνιστούµε, θέλαµε να αγωνιστούµε για τις οικογένειές µας και αυτό ήταν το σπουδαιότερο». – «Δεν είσαι πια ο ίδιος, ούτε η χώρα είναι η ίδια. Ησασταν µια πηγή έµπνευσης.

Πήγαινε να αγκαλιάσεις τη γυναίκα και την κόρη σου», του απάντησε ο χιλιανός πρόεδρος Σεµπαστιάν Πινιέρα.

Κρατώντας τα κράνη στο ύψος της καρδιάς, οι δυο τους παρέσυραν το συγκεντρωµένο πλήθος στο τραγούδι του εθνικού ύµνου της Χιλής.

Ο Ουρσούα ή «Δον Λούτσο» (Κύριος Φως) όπως τον φωνάζουν τρυφερά οι σύντροφοί του, εργαζόταν µόλις δύο µήνες στο ορυχείο όταν συνέβη το ατύχηµα. Ηταν όµως ένας από τους πιο δοκιµασµένους άνδρες, µε 31 έτη εµπειρία. Είναι επίσης γεννηµένος ηγέτης – τόσο ο πατέρας του όσο και ο νονός του δολοφονήθηκαν επί δικτατορίας Πινοτσέτ, ο Ουρσούα ήταν µόλις 10 ετών όταν έχασε τον πατέρα του, ανέλαβε όµως αµέσως τον ρόλο του, βοηθώντας τη µητέρα του να µεγαλώσει τα έξι αδέλφια του.

Κάποιες στιγµές, 625 µέτρα κάτω από τη γη, ένιωθε και ο ίδιος να σπάει.

Αντιµετώπισε όµως µε σθένος ακόµα και µια απόπειρα ανταρσίας κάποιων ανδρών που είχαν σκεφτεί να δοκιµάσουν να βγουν µε άλλο τρόπο.

Στο σκοτάδι
Οταν κατέρρευσαν οι 700.000 τόνοι χώµατος και βράχων, αφηγήθηκε στον Πινιέρα, για περίπου τρεις ώρες οι µεταλλωρύχοι δεν έβλεπαν τίποτα. Η πιο δύσκολη στιγµή ήταν «όταν καθάρισε η ατµόσφαιρα και είδαµε τους βράχους. Είχα σκεφτεί πως ίσως να χρειάζονταν µια δυο µέρες, αλλά όταν είδα τους βράχους…».

Οι πρώτες ηµέρες ήταν και οι χειρότερες. «Είχαµε ελάχιστα τρόφιµα, καταλήξαµε να τρώµε κάθε 48 ώρες». Ο Ουρσούα ήταν εκείνος που οργάνωσε τους άνδρες, που τους ανέθετε διάφορες δουλειές ώστε να έχουν την αίσθηση κάποιου σκοπού, επέβαλε πειθαρχία, ενέπνεε αισιοδοξία και µοίραζε το συσσίτιο: δύο κουταλιές τόνο κονσέρβα, ένα µικρό ποτήρι γάλα, µισό µπισκότο και µερικές κουταλιές ροδάκινο σε σιρόπι. Κάπως έτσι κύλησαν 17 ηµέρες και έφτασε η 22α Αυγούστου: «Ηταν έξι το πρωί και είχαµε ολόκληρο πρωτόκολλο να ακολουθήσουµε. Οταν όµως άνοιξε ο βράχος από πάνω µας, τα πάντα ξεχάστηκαν, όλοι θέλαµε να φιλήσουµε το τρυπάνι!».

Ηταν η µέρα που ο κόσµος διαπίστωσε µε δέος πως οι 33 άνδρες ήταν ζωντανοί· µια πρώτη τρύπα, µε διάµετρο πορτοκαλιού, ανοίχτηκε στο καταφύγιό τους, και λίγο αργότερα οι διασώστες ανέσυραν στην επιφάνεια δεµένο στην άκρη ενός σύρµατος ένα κοµµάτι χαρτί µε το µήνυµα «Είµαστε και οι 33 καλά στο καταφύγιο». «Στείλαµε πολλά χαρτιά µε µηνύµατα, όχι µόνο αυτό» αποκάλυψε ο Ουρσούα. Ενα από αυτά, για παράδειγµα, έλεγε «Στείλε µου φαγητό, πεινάω». «Ο Θεός όµως θέλησε να φτάσει αυτό που έπρεπε».

Βγήκε τελευταίος, σαν καλός καπετάνιος


«ΚΑΛΟ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟ». Ετσι αποκάλεσε ο Σεµπαστιάν Πινιέρα τον Λουίς Ουρσούα όταν ανέβηκε στην επιφάνεια – και είχε δίκιο. Ηταν αυτός που επέµεινε να βγει τελευταίος. Αυτός που µίλησε πρώτος µε τις αρχές, στις 22 Αυγούστου: πριν καν ζητήσει βοήθεια, ρώτησε για την τύχη των µεταλλωρύχων που είχαν εγκαταλείψει τον πάτο του ορυχείου λίγο πριν από την κατάρρευση. Οταν έµαθε πως ήταν όλοι σώοι και αβλαβείς, ούρλιαξε από χαρά. Δυο ηµέρες αργότερα, σε τηλεφωνική επικοινωνία µε τον Πινιέρα που µεταδόθηκε ζωντανά σε ολόκληρη τη Χιλή, του περιέγραψε τα όνειρα και τους φόβους του: «Κάτω από µια θάλασσα βράχων, περιµένουµε ολόκληρη τη Χιλή να τραβήξει δυνατά ώστε να βγούµε από αυτή την κόλαση».

Πηγη : www.tanea.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...